25 Δεκ 2009

13/12/09

Κάνω σκέψεις που μ' απορροφούν όταν κάθομαι βράδυ και ματιάζομαι.
Ξέρω πως αξία εδώ κάτω έχει μόνο το πνεύμα .
Η βρωμιά του πλούτου και της φτώχειας είναι τελικά το ίδιο πράγμα.
Η φωνή μου βγαίνει από ένα ηφαίστειο που ραγίζει και φτύνει.
Πάνω της ζωντανή ζωγραφική.
Και ψοφάω κάτι σουρεάλ να πω...


Περπάτησε σκαλί - σκαλί,
βρήκε το γιοφύρι της...
πέρασε απέναντι...
Ασίκη μου... έκραξε...
Τα χείλια της ιδρώσανε, τα χέρια της, το πουτάκι της υγράνθηκε...
Τον οδήγησε κάτω από τις ιτιές στην άκρη του ποταμού...
Ξάπλωσε ανασκελωμένη πάνω στα ξερά φύλλά.
Το φουστάνι της μαζεμένο ψηλά στη μέση της, τα πόδια της ανοιχτά, τα σκέλια της γυμνωμένα, όλος ο τόπος χαμένος στο υπόγειο μπλέ ασημί του ουρανού...
 - Ασίκη μου... γονάτισε...

Γονάτισε.... της χάρισε το αγαπημένο της κουδούνισμα της γλώσσας του πάνω στο σήμαντρο της ηδονής της.
Και όταν το πουτάκι της ξεδιπλώθηκε σαν σημαία στα τείχη, που την μαστιγώνει ο άνεμος να την ξεσκίζει...
τον γύρισε ανάσκελα...
τον καβάλησε...
Βίδωσε το σώμα της πάνω στο πέος του, φρενιασμένος στριφογυριστός καλπασμός, το κορμί της τεντωμένο πάλλεται, τα χέρια της χορεύουνε και αγκαλιάζονται πάνω από το κεφάλι της, κατεβαίνουνε και τρίβουνε τα στήθη της, γλιστράνε στους γοφούς που ανασηκώνονται πάνω στον άντρα της και τρίβουνε τα χείλη του κόλπου μάζι με το πέος που γλιστράει και μπαινοβγαίνει στο λιωμένο πουτάκι της.
Κλειδωμένες λέξεις, όλες και με την πρέπουσα μουσική βγαίνουν στο περιβόλι περίπατο, τις παίρνει ο άνεμος εξαγνίζοντας και τιμορώντας τη χυδαιότητα της ψυχής...
Μουγκανίζει, νιαουρίζει, γαυγίζει, σκούζει, βελάζει μέχρι που της χαρίζεται ο ύστατος ρόγχος του θανάτου...

Μετά μαραμένοι, αποκομμένοι και οι δύο τους αφήνονται ξαπλωμένοι στο ερωτικό χαϊδεμα του ανέμου...

Το θλιμμένο νούφαρο γύρισε την πλάτη του... χαμογέλασε... και αποκοιμήθηκε...


"Αμήν"

13/12/09

Δεν υπάρχουν σχόλια: